Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
mail (en)
- το ταχυδρομείο
- η αλληλογραφία
- εν συντομία το e-mail
Ρήμα[επεξεργασία]
ενεστώτας | |
γ΄ ενικό ενεστώτα | mails |
αόριστος | mailed |
παθητική μετοχή | mailed |
ενεργητική μετοχή | mailing |
mail (en)