Μετάβαση στο περιεχόμενο

malleabile

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
malleabile < γαλλική malléable

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
malleabile malleabili

malleabile (it)

Συνώνυμα

[επεξεργασία]