masseuse

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
masseuse < αρσενικό mass(eur) + -euse

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ma.søz/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
masseuse masseuses

masseuse (fr) θηλυκό