medio
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | medio | medioj |
αιτιατική | medion | mediojn |
medio (eo)
- το μέσον
Ισπανικά (es)
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]medio (es)
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]medio (it)
- το μέσον