mente

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
mente < λατινική mens

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
mente menti

mente (it)