nébuleuse

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

nébuleuse < θηλυκό του nébuleux

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
nébuleuse nébuleuses

nébuleuse (fr) θηλυκό

  1. το νεφέλωμα
  2. (μεταφορικά) πεδίο επιρροής ενός (πολιτικού ή άλλου) κινήματος