nebulego
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | nebulego | nebulegoj |
αιτιατική | nebulegon | nebulegojn |
nebulego (eo)
- μεγάλο, πελώριο σύννεφο