netbook
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]netbook (en) (πληθυντικός netbooks)
- (πληροφορική) μικρο notebook, με λιγότερους πόρους (resources) και χαμηλότερου κόστους
Υπερώνυμα
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
netbook στη Βικιπαίδεια