Μετάβαση στο περιεχόμενο

ongle

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
ongle ongles

ongle (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]