ordonnancer
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ɔʁ.dɔ.nɑ̃.se/
Ρήμα
[επεξεργασία]ordonnancer (fr)
- δίνω διαταγή πληρωμής μιας δημόσιας δαπάνης
- (παρωχημένο στην ιατρική) δίνω συνταγή
- συναρμολογώ αρμονικά τα μέρη ενός όλου