pénal
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | pénal | pénaux |
θηλυκό | pénale | pénales |
pénal (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | pénal | pénaux |
θηλυκό | pénale | pénales |
pénal (fr)