pare-brise
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
pare-brise | pare-brise |
pare-brise (fr) αρσενικό
- το παρμπρίζ
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
pare-brise | pare-brise |
pare-brise (fr) αρσενικό