partnership
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
partnership | partnerships |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
partnership (en)
- η συνεργασία, η σύμπραξη, ο συνεταιρισμός