Μετάβαση στο περιεχόμενο

partnership

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
partnership partnerships

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
partnership < partner + -ship

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

partnership (en)

Παράγωγα

[επεξεργασία]