Μετάβαση στο περιεχόμενο

passif

Από Βικιλεξικό

Επίθετο

[επεξεργασία]
γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό passif passifs
θηλυκό passive passives

passif (fr)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
passif passifs

passif (fr) αρσενικό