patterned

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Επίθετο

[επεξεργασία]

patterned (en) (χωρίς παραθετικά)

  • με σχέδια
    patterned fabrics - υφάσματα με σχέδια

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

patterned (en)