pave
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενεστώτας | pave |
γ΄ ενικό ενεστώτα | paves |
αόριστος | paved |
παθητική μετοχή | paved |
ενεργητική μετοχή | paving |
Ρήμα[επεξεργασία]
pave (en)