Μετάβαση στο περιεχόμενο

philologue

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
philologue < λείπει η ετυμολογία

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /?/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
philologue philologues

philologue (fr) αρσενικό ή θηλυκό