pisse d'âne
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
pisse d'âne | pisse d'ânes |
pisse d'âne (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
pisse d'âne | pisse d'ânes |
pisse d'âne (fr) θηλυκό