plastique
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
plastique | plastiques |
plastique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
plastique | plastiques |
plastique (fr) αρσενικό ή θηλυκό