pressure cooker
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
pressure cooker | pressure cookers |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
pressure cooker (en)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- pressure cooker στην αγγλική Βικιπαίδεια