privatisation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]privatisation (en)
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /pʁivatizasjɔ̃/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
privatisation | privatisations |
privatisation (fr) θηλυκό