proceso
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | proceso | procesoj |
αιτιατική | proceson | procesojn |
proceso (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | proceso | procesoj |
αιτιατική | proceson | procesojn |
proceso (eo)