proedziĝa
(Ανακατεύθυνση από proedzigha)
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | proedziĝa | proedziĝaj |
αιτιατική | proedziĝan | proedziĝajn |
proedziĝa (eo)
- εξ αγχιστείας
Άλλες γραφές[επεξεργασία]
- proedzigha στο H-sistemo
- proedzigxa στο X-sistemo