progression
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
progression | progressions |
progression (fr) θηλυκό
Αντώνυμα[επεξεργασία]
[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη progrès