Μετάβαση στο περιεχόμενο

querelle

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
querelle querelles

querelle (fr) θηλυκό