rédaction

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: redaction

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /re.dak.sjɔ̃/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
rédaction rédactions

rédaction (fr) θηλυκό

  1. η σύνταξη ενός κειμένου
  2. η (σχολική) έκθεση
  3. η ομάδα σύνταξης μιας εφημερίδας

Συγγενικά[επεξεργασία]

  • → δείτε τη λέξη rédiger