régional
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- régional < région
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | régional | régionaux |
θηλυκό | régionale | régionales |
régional (fr)
- περιφερειακός, που αφορά μια γεωγραφική περιφέρεια