révolutionnaire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ʁe.vɔ.ly.sjɔ.nɛʁ/
Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
révolutionnaire | révolutionnaires |
révolutionnaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
révolutionnaire | révolutionnaires |
révolutionnaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- ο επαναστάτης, η επαναστάτρια, η επαναστάτισσα