sana
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sana | sanaj |
αιτιατική | sanan | sanajn |
sana (eo)
Φινλανδικά (fi)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
sana (fi)