sceau
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
sceau | sceaux |
sceau (fr) αρσενικό
- η σφραγίδα
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
sceau | sceaux |
sceau (fr) αρσενικό