scheduling
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
scheduling (en)
- μετοχή ενεστώτα του ρήματος schedule
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
scheduling (en)
- η χρονοδρομολόγηση
- ο (χρονικός) προγραμματισμός
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
scheduling στην αγγλική Βικιπαίδεια