second nature

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

second nature < → δείτε τις λέξεις second και nature

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

second nature (en) (μη μετρήσιμο)

  • η δεύτερη φύση, κάτι που το κάνω πολύ εύκολα και φυσικά, γιατί είναι μέρος του χαρακτήρα μου ή το έχω κάνει τόσες φορές
    The habit is becoming second nature.
    Η συνήθεια γίνεται δεύτερη φύση.

Πηγές[επεξεργασία]