signed
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]signed (en)
- ενυπόγραφος, υπογεγραμμένος
- (μαθηματικά, πληροφορική) προσημασμένος, που έχει πρόσημο θετικό (+) ή αρνητικό (-)
Αντώνυμα
[επεξεργασία]Υπώνυμα
[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]signed (en)