sincérité
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /sɛ̃.se.ʁi.te/
- ⓘ
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
sincérité | sincérités |
sincérité (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
sincérité | sincérités |
sincérité (fr) θηλυκό