sincère
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
sincère | sincères |
sincère (fr) αρσενικό ή θηλυκό
![]() |
ενικός | πληθυντικός |
sincère | sincères |
sincère (fr) αρσενικό ή θηλυκό