sorry to say
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
sorry to say (en)
- (ιδιωματισμός) λυπάμαι που το λέω, χρησιμοποιείται για να πει ότι κάτι είναι απογοητευτικό
- ↪ I am sorry to say (it), but your boyfriend is just an untalented actor.
- Λυπάμαι που το λέω αλλά το αγόρι σου είναι απλά ένας ατάλαντος ηθοποιός.
- ↪ I am sorry to say (it), but your boyfriend is just an untalented actor.