spinal
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | spinal | spinaux |
θηλυκό | spinale | spinales |
Επίθετο[επεξεργασία]
spinal (fr)
- σπονδυλικός, σχετικός με τη σπονδυλική απόφυση