stila
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | stila | stilaj |
αιτιατική | stilan | stilajn |
stila (eo)
- σχετικός με το ύφος ή με την τεχνοτροπία