streaming

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈstɹiːmɪŋ/

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

streaming (en)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

streaming (en)

Εκφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. «ροοθήκευση» από αναζήτηση «streaming» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.