Μετάβαση στο περιεχόμενο

strict

Από Βικιλεξικό
παραθετικά
θετικός strict
συγκριτικός stricter
υπερθετικός strictest

Επίθετο

[επεξεργασία]

strict (en)

  • αυστηρός
      My parents are very strict.
    Οι γονείς μου είναι πολύ αυστηροί.
      The doctor recommended me a strict diet.
    Ο γιατρός μού συνέστησε αυστηρή δίαιτα.



Επίθετο

[επεξεργασία]

strict (fr)