taŭga
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | taŭga | taŭgaj |
αιτιατική | taŭgan | taŭgajn |
taŭga (eo)
- la teksto estas taŭga por publiko - το κείμενο είναι κατάλληλο προς δημοσίευση