thaïlandais
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | thaïlandais | thaïlandais |
θηλυκό | thaïlandaise | thaïlandaises |
thaïlandais (fr)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
thaïlandais (fr)
- (γλώσσα) τα ταϊλανδικά, η ταϊλανδική γλώσσα