thalassosphère
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- thalassosphère < thalasso- (< αρχαία ελληνική θάλασσα)+ sphère (< αρχαία ελληνική σφαῖρα)
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
thalassosphère (fr) θηλυκό
- (παρωχημένο) αρχική ονομασία (1940) για το βαθυσκάφος (από τον εφευρέτη του, Ζακ Πικάρ)
- → δείτε τη λέξη bathyscaphe
Πηγές[επεξεργασία]
- Datations et documents lexicographiques, τόμ. 2B (σειρά 1η) [Annales Littéraires de l'Université de Besancon, 41] (Παρίσι: Les Belles Lettre, 1960), σ. 57.