thinner
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- thinner:
- για το επίθετο: < thin (επίθετο: λεπτός), thinn- + -er συγκριτικό
- για το ουσιαστικό: thin (ρήμα: λεπταίνω, thinn-) + -er για ουσιαστικό
Επίθετο[επεξεργασία]
thinner (en)
- συγκριτικός βαθμός του thin: λεπτότερος
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
thinner (en)