touch on

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας touch on
γ΄ ενικό ενεστώτα touches on
αόριστος touched on
παθητική μετοχή touched on
ενεργητική μετοχή touching on

Ετυμολογία [επεξεργασία]

touch on < → δείτε τις λέξεις touch και on

Ρήμα[επεξεργασία]

touch on (en)

  • αναφέρω με λίγα λόγια, αναφέρω ακροθιγώς, μιλάω για ένα θέμα με λίγες μόνο λέξεις, χωρίς πολλές λεπτομέρειες
    At the beginning, he touched on the topic of new taxes.
    Στην αρχή ανάφερε με λίγα λόγια το θέμα των νέων φόρων.
    At the beginning, the matter of new taxes was touched on.
    Στην αρχή αναφέρθηκε ακροθιγώς στο θέμα των νέων φόρων.

Πηγές[επεξεργασία]