transformiĝo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | transformiĝo | transformiĝoj |
αιτιατική | transformiĝon | transformiĝojn |
transformiĝo (eo)