turc
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | turc | turcs |
θηλυκό | turque | turques |
turc (fr)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]turc (fr) αρσενικό, μόνο στον ενικό
![]() |
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | turc | turcs |
θηλυκό | turque | turques |
turc (fr)
turc (fr) αρσενικό, μόνο στον ενικό