Μετάβαση στο περιεχόμενο

underpass

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
underpass underpasses

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
underpass < under- + pass

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

underpass (en)