vandale
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- vandale < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
vandale | vandales |
vandale (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
vandale | vandales |
vandale (fr) αρσενικό ή θηλυκό