volet
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
volet | volets |
volet (fr) αρσενικό
- το παντζούρι, το παραθυρόφυλλο
- το μέρος, το τμήμα